Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017

Η ησυχαστική παράδοση στο Άγιον Όρος από τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά έως σήμερα Μωυσή Μοναχού Αγιορείτου




Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ήταν κυρίως Αγιορείτης. Στη θεοφώτιστη διδασκαλία του διδάσκει αυτό που συνάντησε και βίωσε στο Άγιον Όρος. Ο άγιος Γρηγόριος ήταν Αγιορείτης πριν γίνει Αγιορείτης, αφού είχε συνεχή τον σύνδεσμο με την ασκητική, ησυχαστική, αθωνική ζωή. Όταν αναγκάσθηκε να εξέλθει του φίλτατου Αγίου Όρους προς υπεράσπιση του ησυχασμού, παρέμεινε ακραιφνής Αγιορείτης παρά τις πολεμικές, τις διώξεις, τις τιμές και τις δόξες, μέχρι τη μακαρία κοίμησή του1.
Η διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά δεν είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη, αλλά συμπύκνωση όλης της παλαιότερης διδασκαλίας της Εκκλησίας, στη διάκριση μεταξύ ουσίας και ενεργείας του Θεού, που συναντούμε στην Αγία Γραφή, στους Αποστολικούς Πατέρες, στους Καππαδόκες Πατέρες, ιδίως στον Μ. Βασίλειο και κατόπιν στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Η παλαμική διδασκαλία παρουσίασε θαυμάσια τις διαστάσεις και τις συνέπειες της σωτήριας αυτής διδασκαλίας2.
Ο Βαρλαάμ αποτελεί τον κανονάρχη των ορθολογιστών φιλοσόφων, που αμφισβητούσαν βάναυσα την ησυχαστική ζωή των νηπτικών πατέρων του παραδοσιακού αθωνικού Ορθόδοξου μοναχισμού. Η τυχόν επικράτηση των αιρετικών βαρλααμικών απόψεων θα σήμαινε κατάργηση του μοναχισμού και της νηπτικής του εργασίας. Ο άγιος Γρηγόριος σταθερά επέμενε ότι ο αληθινός δρόμος της θεογνωσίας είναι η καθαρότητα της καρδιάς κι όχι η έξαρση της λογικής που οδηγεί στον αγνωστικισμό. Ένα από τα πρώτα έργα του αγίου το «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων» αναφέρεται με σαφήνεια στην παιδεία κι ότι η φιλοσοφία δεν οδηγεί στη γνώση του Θεού, καθώς επίσης στη νοερά προσευχή και στο άκτιστο φως3.
Ο άγιος Γρηγόριος μετέβη στο Άγιον Όρος ως μαθητής και όχι ως διδάσκαλος. Η πολυετής προσευχή του ήταν «Κύριε, φώτισόν μου το σκότος!». Διετέλεσε υποτακτικός θεοφώτιστων Γερόντων, παρέμεινε σιωπηλός και μόνο όταν υπήρξε απόλυτη ανάγκη μίλησε και έγραψε κι εξήλθε του Όρους, για να μεταφέρει την Παράδοση της Εκκλησίας, που μελέτησε και διδάχθηκε, και το καθαρό βίωμα της εμπειρίας του. Ο ησυχασμός είναι η ουσία της Ορθοδόξου Παραδόσεως, το βασικό γνώρισμα της αγιοπατερικής διδασκαλίας και αυτό μετέφερε, καθώς αναφέρει ο άριστος βιογράφος του άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος, ο επίσης νηπτικός και ησυχαστής4. Ας δούμε τις ιερές μορφές Αθωνιτών όσιων και τη νοερά εργασία τους την εποχή του αγίου Παλαμά και μετά από αυτόν:

(Κυριακή Β’ Νηστειῶν) «Λάμψον ἡμῖν Κύριε τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς»






Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν
                                                                       κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



            Τήν δευτέρα Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη υἱός τοῦ ἀνεσπέρου φωτός, διαπρύσιος κῆρυξ τῆς εὐσεβείας, ὑπερασπιστής τῶν τῆς Ἐκκλησίας δογμάτων καί ὑπέρμαχος τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων.
            Αὐτός ὁ ἱερός πατήρ καί μέγας φωστήρ καί διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ἐγεννήθη στήν Κωνσταντινούπολη περί τό ἔτος 1296, ἀπό ἐναρέτους καί εὐγενεῖς γονεῖς, τόν Κωνσταντῖνο καί τήν Καλλονή. Ἐκ νεότητός του ἐσπούδασε στήν εὐσέβεια καί ἐπέλεξε ἀντί τῆς κοσμικῆς καί προσκαίρου γνώσεως καί σοφίας, τήν κατά Θεόν «μυστικήν θεωρίαν». Συναναστρεφόμενος μέ ἀσκητάς καί θεουμένους ἀνθρώπους, κατέστη ἀγωνιστής τόσο στήν πράξη, ὅσο καί στήν θεωρία.
            Ὁ θεοειδής αὐτός Ἱεράρχης καί τοῦ φωτός τοῦ θείου ἐκφάντωρ, ἀνεδείχθη Ποιμήν τῆς Θεσσαλονίκης, συγγραφεύς μέγας καί ἀγωνιστής ἐναντίον τῆς πλάνης τοῦ δολίου Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ, τοὐτέστιν αὐτοῦ τούτου τοῦ πνεύματος τῆς Δύσεως, τό ὁποῖο ἦτο καί εἶναι πνεῦμα πλάνης καί ἐκκοσμικεύσεως.
            Ἐπειδή κατά τήν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἐξαιρέτως τιμᾶται ἡ Θεοτόκος, στήν ὁποία κάθε Παρασκευή ψάλλομε τούς Χαιρετισμούς, καί ἐπειδή ὁ ἱερός Γρηγόριος μέ θέρμη ψυχῆς ἐζήτησε ἀπό τόν Θεό τόν θεῖο φωτισμό, διά πρεσβειῶν κυρίως τῆς Θεοτόκου, θά ἀναφερθοῦμε σέ αὐτό τό θέμα καί στό πῶς ὁ ἄνθρωπος γίνεται θεατής τοῦ Ἀκτίστου Φωτός τοῦ Θεοῦ.
            Ἀπό μικρός ὁ Ἅγιος συνήθιζε προτοῦ μελετήσῃ κάποιο κείμενο, νά κάμῃ τρεῖς μετάνοιες καί θερμή προσευχή ἔμπροσθεν τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Θεοτόκου, ὥστε νά φωτίζεται ὁ νοῦς του, προκειμένου νά κατανοῇ καί νά ἀποστηθίζῃ τά ἱερά κείμενα.
             Ἐκεῖνο ὅμως τό περιστατικό, τό ὁποῖο ἐξόχως δεικνύει τήν θαυμαστή χάρη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἱερό Γρηγόριο, διά πρεσβειῶν τῆς Κυρίας Θεοτόκου, εἶναι τό παρακάτω.
            Ἀγωνιζόμενος στό Ἅγιον Ὅρος, κατά τό δεύτερο ἔτος τῶν μοναχικῶν ἀγώνων του, μέ ἀγρυπνίες, νηστεῖες καί προσευχές, μέ συγκέντρωση καί φυλακή τοῦ νοός, προέβαλε τήν Θεοτόκο ὡς ὁδηγό καί μεσίτρια, καί ζητοῦσε μετά δακρύων τήν βοήθειά της, κραυγάζων «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...».
            Ἐνῷ, λοιπόν, κάποια ἡμέρα εἶχε προσηλωμένο τόν νοῦ καί τήν καρδιά του στόν Θεό, αἴφνης παρουσιάσθη ἐνώπιόν του ἀνήρ σεμνοπρεπής καί σεβάσμιος, μέ πρόσωπο ἱλαρό καί γαλήνιο βλέμμα. Ἦτο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἠγαπημένος μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε:
«Ἦλθον, τέκνον, ἀπεσταλμένος ἀπό τήν ἁγιωτέραν τῶν ἁπάντων καί Βασίλισσαν τῶν Οὐρανῶν, διά νά σέ ἐρωτήσω, διά ποίαν αἰτίαν ἀνά πᾶσαν στιγμήν κραυγάζεις “Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος!”»
            Βλέπων τό θαῦμα ὁ Γρηγόριος, ἀπεκρίθη στόν ἅγιο ἐπισκέπτη:
«Καί τί ἄλλο πρέπει νά ζητῶ ἀπό τόν Θεό ἐγώ, ὅστις εἶμαι ἐμπαθής καί πλήρης ἁμαρτιῶν, παρά νά ἐλεηθῶ καί νά φωτισθῶ διά νά γνωρίζω τό θέλημά του καί νά τό ἐκτελῶ;».
            Ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἀπεκρίθη: «Ἡ Δέσποινα τῶν ἁπάντων ὁρίζει νά εἶναι βοηθός σου, καί ἐπίσης ἐγώ ὁ δοῦλος της νά σέ βοηθῶ».
            Ἐρωτᾶ ὁ θεῖος Γρηγόριος: «Καί ποῦ πρόκειται νά μέ βοηθῇ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου; Εἰς τήν παροῦσαν ζωήν, ἤ εἰς τήν μέλλουσαν;».
            Ἀπεκρίθη ὁ Θεολόγος: «Καί εἰς τήν παροῦσαν ζωήν καί εἰς τήν μέλλουσαν».
            Ταῦτα εἶπεν ὁ θεῖος Ἰωάννης, καί ἀφοῦ ἐπλήρωσε χαρᾶς καί εὐφροσύνης τήν καρδία τοῦ Γρηγορίου, ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτοῦ.
       ● Καθώς καί ἐμεῖς ἀγωνιζόμεθα τόν ἱερό πνευματικό μας ἀγῶνα καί ἀντιλαμβανώμεθα, ὅτι τά σκοτάδια ἐνώπιόν μας, γύρω μας, ἀλλά καί ἐντός μας εἶναι τόσο πυκνά, ὑψώνoμε φωνή ἱκεσίας πρός τόν Πανοικτίρμονα Θεό: «Φώτισόν μου τό σκότος, φώτισόν μου τό σκότος...». Στήν τόσο δύσκολη καί οὐχί ἄνευ πνευματικῶν κινδύνων πορεία καί ἀναζήτηση, στεκόμαστε γιά ἐνίσχυση καί πνευματική ἀναψυχή, ἐνώπιον τῆς παναγίας μορφῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ὁποίας τό φωτοφόρο πρόσωπο καταυγάζει τήν κτίση ὁλόκληρη, καί τό φεγγοβόλο βλέμμα της γαληνεύει καί θεραπεύει τήν τρωθεῖσα ἀπό τά βέλη τοῦ πονηροῦ καρδία μας. 
● Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι γνωστός ὡς ὑπερασπιστής τῶν ἱερῶς Ἡσυχαζόντων, ἀπό τούς ὁποίους ἐβιώθη ἡ ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Αὐτός ὁ πατήρ τῆς Ἐκκλησίας διετύπωσε τήν Θεολογία περί τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, καταυγασθείς  τόν νοῦν ταῖς θείαις ἀστραπαῖς.

"Φώτισόν Μου Τό Σκότος! Φωτισόν Μου Τό Σκότος!"


 "Φωτισόν Μου Το Σκότος! Φωτισόν Μου Το Σκότος!"   
             Ήταν Άνοιξη του 1317, όταν έφτασε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στον ποθούμενο σε αυτόν Άθωνα. Υποτάσσεται στον διάσημο ησυχαστή Νικόδημο, ο οποίος ζούσε τότε έξω από την Λαύρα του Βατοπεδίου. Ο Νικόδημος, ήταν γενναίος και θαυμαστός Μοναχός κατά την πράξη και θεωρία· γνωστός σ’ ολόκληρο το Άγιον Όρος για την αρετή του όταν ακόμη ασκούνταν ανατολικά της Χρυσούπολης, στο όρος το λεγόμενο «τοῦ Αὐξεντίου».
     Ο θείος Γρηγόριος, κείρεται Μοναχός. Μετά την μοναχική του ομολογία, παραδίδεται ολοκληρωτικά στην άσκηση και τις πνευματικές θεωρίες, στην νήψη του νου και στην αδιάλειπτη νοερά προσευχή. Ο Πατριάρχης Φιλόθεος αφηγείται, ότι, άμεση προστάτιδά του είχε την Θεομήτορα. Πάντοτε σε Αυτήν απέβλεπε. Αυτήν, είχε προ των οφθαλμών του. Την δική Της βοήθεια επιζητούσε. Αυτήν, εξ αρχής, πρόφερε στους λόγους και τις προσευχές του. Και κάτω από την δική Της σκέπη και χειραγωγία, εμπιστεύθηκε ψυχή τε και σώματι τον εαυτό του.
     Είχαν περάσει δύο χρόνια· χρόνια, δακρύων και πνευματικών στεναγμών. Μυστικά, στις προσευχές του, φώναζε από βαθέων:
     –«Φώτισόν μου τὸ σκότος! Φώτισόν μου τὸ σκότος!».
     Βαθύς και πνευματικός, ο λόγος αυτός! Όταν ο θείος Γρηγόριος κραύγαζε αλάλητα προς τον Ουρανό, τότε τον επισκεπτόταν ο Θεός. Από το ένα μέρος έβλεπε το φως του Θεού, και από το άλλο την ανθρώπινη ένδεια. Και έκλαιγε ζητώντας συνεχώς φως, μόνο φως. Για να φωτιστεί το «σκότος» του.
     Ακόρεστη είναι η επιθυμία του θείου φωτός. Όσο κανείς το απολαμβάνει, τόσο περισσότερο διαφλέγεται από αυτό. Γιατί, αν και η ανθρώπινη ψυχή είναι πεπερασμένης φύσεως, όμως οι εφέσεις της είναι άπειρες. Και ενώ λούζεσαι μέσα στο φως, πάλι θρηνείς με τα συνταρακτικά αυτά ρήματα:
     –«Φώτισόν μου τὸ σκότος! Φώτισόν μου τὸ σκότος!».
     Κάποτε, όταν ήταν μόνος ο Γρηγόριος, έχοντας μέσα στην ιερή του ησυχία όλη του την προσοχή προς τον Θεό, είδε όχι στ’ όνειρό του αλλά στον ξύπνιο του, έναν θείο άνδρα να στέκεται μπροστά στα μάτια του, που, όπως λένε, ήταν ο κορυφαίος των Ευαγγελιστών, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Εξεπλάγη ο Γρηγόριος. Τον οποίον, βλέποντας ιλαρώς ο έμπιστος Φίλος και επιστήθιος Μαθητής του Χριστού, Ιωάννης, διέλυσε αμέσως τον φόβο του και του λέει: «Ήρθα σταλμένος από την Υπεραγία Δέσποινα να σε ρωτήσω το εξής· γιατί, νύχτα και μέρα και, σχεδόν όλες τις ώρες, δεν παύεις από του να φωνάζεις:

«Φώτισόν μου το σκότος…!»Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ)



Η Κυριακή Β΄ Νηστειών είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στον μεγάλο Πατέρα και Διδάσκαλό της άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, στο πρόσωπο του οποίου βλέπει τη συνέχεια της νίκης της κατά των αιρέσεων γενικώς, συνεπώς η Κυριακή αυτή προεκτείνει την προηγουμένη της Ορθοδοξίας. 
Ο άγιος Γρηγόριος έτσι δεν είναι για την Εκκλησία ένας απλός άγιος, αλλά σύμβολο και όρος Ορθοδοξίας, στου οποίου τη διδασκαλία κρίνεται το ορθόδοξο από το αντορθόδοξο και αιρετικό, το γνήσιο και αληθινό από το κίβδηλο και ψεύτικο. Από την άποψη αυτή η προσέγγιση του αγίου αυτού Πατρός αποτελεί προσέγγιση στα καθαρά νάματα της ορθόδοξης πίστης και γι’ αυτό στέρεα τροφή στον σύγχρονο πνευματικά πεινασμένο άνθρωπο της εποχής μας. Δεν θα σταθούμε στη ζωή και τη διδασκαλία του αναλυτικά. Εκείνο που θα μας απασχολήσει και μάλιστα δι’ ολίγων, είναι η γνωστή προσευχή που αδιάκοπα έκραζε ο άγιος: «Φώτισόν μου, το σκότος, φώτισόν μου το σκότος, Κύριε!»

Ο άγιος Γρηγόριος προσευχόταν ο Κύριος να φωτίσει το υπάρχον σ’ αυτόν σκότος. Το σκότος που έβλεπε να υπάρχει στην ψυχή και την καρδιά του, το σκότος δηλαδή της αμαρτίας και των παθών. Αφετηριακό με άλλα λόγια σημείο της πνευματικής του ζωής ήταν η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς του. Κι ίσως πει κανείς: άγιος αυτός και αναγνώριζε αμαρτωλότητα πάνω του; Αλλά τούτο ακριβώς συνιστά το σημάδι της αγιότητας. Ο άγιος, ως γνωστόν, δεν είναι αυτός που νιώθει αναμάρτητος – αυτό αποτελεί σύμπτωμα της πιο βαθιάς αμαρτίας και του υπάρχοντος δαιμονισμού του ανθρώπου, όπως το βλέπουμε στο πρόσωπο του κατακεκριμένου από τον ίδιο τον Κύριο Φαρισαίο της γνωστής παραβολής. Αντιθέτως: είναι εκείνος που έχει τη μεγαλύτερη συναίσθηση των αμαρτιών του, η οποία μάλιστα βαίνει αυξανόμενη, καθώς θέτει τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, ζώντας αδιάκοπα κάτω από τις ακτίνες του ήλιου της Δικαιοσύνης Του.  Όσο δηλαδή προσεγγίζει τον Θεό, τόσο και φωτίζεται στο να βλέπει και την παραμικρότερη κηλίδα της ψυχής του. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο με ό,τι σ’ ένα κλειστό δωμάτιο:  λόγω του σκότους δεν βλέπει κανείς το τι υπάρχει, ενώ όταν αρχίζει να μπαίνει σ’ αυτό λίγο φως και στη συνέχεια περισσότερο φως,  βλέπει κανείς πια  και το παραμικρότερο σκουπιδάκι, και την ελάχιστη βρωμιά.

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΦΩΤΙΣΟΝ ΜΟΥ ΤΟ ΣΚΟΤΟΣ ΜΕΡΟΣ 2ο

Τα τρία εἴδη ἀθεΐας κατά τόν Ἁγίο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ



Ἁγίος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ~ Τα τρία εἴδη ἀθεΐας,
πρὸς «Τὸν εὐλαβέστατον μοναχὸν κὺρ Διονύσιον»

Κατά τόν Ἁγίο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὑπάρχουν τρία εἴδη ἀθεΐας· στὸ πρῶτο ἀνήκουν οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν ἄθεοι, ὅσοι, δηλαδή, δὲν πιστεύουν στὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, στὸ δεύτερο ἀνήκουν οἱ αἱρετικοὶ ποὺ διαστρέφουν τὰ τοῦ Θεοῦ ...καὶ στὸ τρίτο ὅσοι κινούμενοι ὑπό «ἀνευλαβοῦς εὐλαβείας»...

...Σιωποῦν καὶ δὲν ὁμιλοῦν γιὰ τὴν διαστροφὴ τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας.

«Τρίτον δὲ ἐστιν εἶδος, οὐ πόρρῳ τῆς ἀνωτέρω πονηρᾶς ξυνωρίδος, τὸ παραιτεῖσθαί τι λέγειν τῶν δεδογμένων περὶ Θεοῦ».

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359), ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, σὲ ἐπιστολὴ τοῦ πρὸς «Τὸν εὐλαβέστατον μοναχὸν κὺρ Διονύσιον»(Ε.Π.Ε.4,404) γράφει ὅτι τρία εἶναι τὰ εἴδη τῆς ἀθεΐας. 

Α) Ἢ πολυειδὴς πλάνη τῶν ἑλληνιζόντων φιλοσόφων.  

Αὐτοὶ δέχονται ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεὸς παρὰ μόνο οἱ κατ’ αἴσθηση ἡδονές (Ἐπίκουρος) ἢ ὑπάρχουν κάποια στοιχεῖα ὕλης (Ἐμπεδοκλῆς, Ἠράκλειτος, Ἀναξιμένης, Δημόκριτος) ἢ ὅτι ὑπάρχει πλήρης ἀκαταληψία τῶν ὄντων ἀπὸ ὅλους' σὲ ὅλα ἐπικρατεῖ ἡ δόκηση (Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος) ἢ φαντάσθηκαν τὸν Θεό, ἀλλὰ πολὺ ἀμυδρά (Σωκράτης, Πλάτων). 

Ὁ αἱρετικὸς Βαρλαὰμ τὸν ὁποῖο ἀντιμετώπισε ἐπιτυχῶς ὁ Παλαμᾶς ἀνήκει στὴ πρώτη αὐτὴ κατηγορία τῶν ἀθέων διότι ἰσχυριζόταν ὅτι ἡ ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴν ἄκτιστη ἐνέργεια. Αὐτὸς ὅμως ποὺ ταυτίζει οὐσία καὶ ἐνέργεια, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰουστίνο τὸ φιλόσοφο καὶ μάρτυρα καὶ ἄλλους πατέρες, ἀναιρεῖ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Διότι αὐτὸ ποὺ δὲν ἔχει καμμία ἐνέργεια, οὔτε ὑπάρχει, οὔτε εἶναι κάτι. 

Β) Ἢ πολυσχιδὴς καὶ πολύμορφος πλάνη τῶν αἱρετικῶν. 

Ἄλλοι θεωροῦν τὸν πατέρα ἄτεκνο (Ἰουδαῖοι), ἄλλοι τὸν θεωροῦν υἱό- πάτορα (Σαβέλλιος ποὺ δίδασκε ὅτι Πατήρ, Υἱὸς καὶ Πνεῦμα εἶναι μία ὑπόσταση καὶ ἁπλῶς φέρει διαφορετικὰ ὀνόματα ἢ φορεῖ διαφορετικὲς μάσκες κατὰ καιρούς), ἄλλοι τὸν θεωροῦν ἄκτιστο πατέρα κτιστοῦ υἱοῦ καὶ πνεύματος(Ἄρειος, Εὐνόμιος, Μακεδόνιος) καὶ ἄλλοι ἄλλα.

"Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς γίνεται δείκτης πορείας γιὰ τὴν θέση καὶ εὐθύνη τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν σύγχρονο κόσμο"Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ)


Εἶναι ψευδοεπιχείρημα, συνεπῶς, ὅτι δὲν ὑπάρχει Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ποὺ ἔχει καταδικάσει ὡς αἱρετικὴ τὴν Λατινικὴ Ἐκκλησία. Αὐτὸ ἀναμένεται νὰ τὸ δεχθεῖ καὶ διακηρύξει ἡ προετοιμαζόμενη Πανορθοδοξος Συνοδος -γιὰ μᾶς οἰκουμενικὴ- ἀναγνωρίζοντας ὡς οἰκουμενικὲς τὴν Η’ καὶ Θ’ Σύνοδο ἐπὶ Φωτίου καὶ Παλαμά. Ἂν δὲν πράξει αὐτό, θὰ συγκαταριθμηθεῖ -ὁ μὴ γένοιτο- μὲ τὶς ψευδοσυνόδους τῆς Ἐφέσου (449) καὶ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1438/39).



(Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ)

Τὸ μήνυμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
1. Ὁ Ἠσυχασμός(1) εἶναι ἡ πεμπτουσία τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως, ταυτιζόμενος μὲ αὐτὸ ποὺ περικλείει καὶ ἐκφράζει ὁ ὅρος ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Ἔξω ἀπὸ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἀνύπαρκτη καὶ ἀδιανόητη. Ἡ ἡσυχαστικὴ πράξη, ἐξ ἄλλου, εἶναι ἡ «λυδία λίθος» γιὰ τὴν ἀναγνώριση τῆς αὐθεντικῆς χριστιανικότητας. «Νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ» -μὲ τὶς ἡσυχαστικὲς πρακτικὲς- ἀποκτῶνται τὰ οὐράνια χαρίσματα στὴν ὀρθοδοξοπατερικὴ παράδοση. Πρέπει δὲ νὰ ἀποσαφηνισθεῖ ἐξ ἀρχῆς, ὅτι ὡς ἡσυχασμὸς νοεῖται κυρίως ἡ πορεία προς τὴν θέωση καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως καὶ δευτερευόντως ἡ διερεύνηση καὶ καταγραφὴ αὐτῆς τῆς πορείας καὶ ἐμπειρίας, ἡ ἀκαδημαϊκὴ δηλαδὴ νοηματοδότηση τοῦ ὄρου «θεολογία».


Ὁ Ἡσυχασμὸς εἶναι ἡ βάση καὶ τὸ θεμέλιο τῶν δογματικοθεολογικῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὡς ἡ ἁγιοπνευματικὴ πορεία τῆς «καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως» καὶ ὄχι κάποια διανοητικὴ-στοχαστικὴ-ἐπιστημονικὴ διαδικασία. Γι’ αὐτὸ ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ὡς θέωση εἶναι ὑπόθεση ὅλων, ἐγγραμμάτων καὶ ἀγραμμάτων, σοφῶν καὶ ἀσόφων καὶ ὄχι μόνο τῶν φιλοσοφούντων, ὅπως διετείνετο ὁ οὐνιτίζων Βαρλαὰμ ὁ Καλαβρὸς (1290-1359), τὸν 14ο αἰώνα. Αὐτόν κυρίως ἀντέκρουσε, ὡς κύριος ἐκπρόσωπος καὶ πρόμαχος τῆς Ἡσυχαστικῆς παραδόσεως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (1296-1359)(2), ὁ μεγαλύτερος ὀρθόδοξος θεολόγος τῆς ἐποχῆς του καὶ μέγας Πατὴρ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ο επιφανής διδάσκαλος της θέωσης


Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (14 Νοεμβρίου)
Ο άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στην Κωνσταντι­νούπολη το 1296 από γονείς αριστοκράτες που ανήκαν στην αυλή του ευσεβούς αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου (1282-1328). Ο πατέρας του Κωνσταν­τίνος ήταν άνθρωπος αφοσιωμένος στον Θεό και την προσευχή και κοιμήθηκε όταν ο Γρηγόριος ήταν ακόμη νέος, αφού έγινε μοναχός. Η μητέρα του, Καλλονή, επιθυμούσε επίσης να γίνει μοναχή, αλλά περίμενε να εξασφαλίσει τη μόρφωση των επτά παιδιών της. Εμπιστεύθηκε τον Γρηγόριο, στους καλύτερους δασκάλους των θύραθεν επιστημών και εκείνος σε μερικά χρόνια απέκτησε τέλεια γνώση της φιλοσο­φικής σκέψεως. Ο Γρηγόριος όμως είχε στραμμένο το ενδιαφέρον του στα πράγματα του Θεού. Έκανε πνευματικό του πατέρα τον Θεόληπτο Φιλαδελφείας ο οποίος του δίδαξε την ιερά νήψη και τη νοερά προσευχή.
gregoriopalama2
Περί το 1316, ο Γρηγόριος εγκατέλειψε τον κόσμο και πήρε μαζί του στον μοναχικό βίο τη μητέρα του, δύο αδελφές, δύο αδελφούς και πλήθος υπηρετών του. Πηγαίνοντας στο Άγιο Όρος, ο Γρηγόριος και οι δύο αδελ­φοί του εγκαταστάθηκαν στη περιοχή της Μονής Βατοπαιδίου, υπό την καθοδήγηση του Γέροντος Νικοδήμου. Γυμνασμένος από παιδί στην υπακοή, την ταπεινοφροσύνη, την πραό­τητα, τη νηστεία, την αγρυπνία και στις διάφορες σκληραγωγίες έκανε γρή­γορες προόδους στην άσκηση της προσευχής. Μέρα και νύχτα συνεχώς προσευχόταν με λυγμούς λέγοντας: «Φώτισόν μου το σκό­τος!». Η Θεοτόκος προς την οποία προσέφευγε ήδη από τη νεότητά του, του έστειλε τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο για να του υποσχεθεί την προστασία της στη ζωή αυτή και την άλλη.
Τρία χρόνια μόλις αργότερα μετά το θάνατο του Γέροντος Νικοδήμου, ώθησε τον Γρηγόριο να μπει στη Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Παρ’ ότι τέλειος στην κοινοβιακή ζωή, η ψυχή του ποθούσε την ησυχία. Για τον λόγο αυτό αποσύρθηκε μετά από τρία χρόνια στη σκήτη την ονομαζόμενη Γλωσσία (σημ. Προβάτα), υπό την καθοδήγηση ενός περιβόητου μοναχού, του Γρηγορίου από το Βυζάντιο. Ο Γρηγόριος κρατούσε διαρκώς προσηλωμένη τη διάνοιά του στα βάθη της καρ­διάς του για να επικαλείται εκεί τον Κύριο Ιησούν με κατάνυξη, έτσι ώστε γινόταν όλος μια προσευχή.
Οι αδιάκοπες όμως επιδρομές των Τούρκων πειρατών ανάγκασαν σύντομα τον Γρηγόριο με τη συνοδεία του να εγκαταλείψουν τον τόπο. Έμεινε για λίγο στη Θεσσαλο­νίκη. Το 1326 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, αφού έλαβε σε μια οπτασία τη διαβεβαίωση ότι ήταν θέλημα Θεού. Αναχώρησε κατόπιν για την περιοχή της Βέροιας και συνέστησε σκήτη σε τόπο ήδη αγιασμένο από τον όσιο Αντώνιο τον Νέο, όπου για πέντε χρόνια αποδύθηκε σε μία πιο αυστηρή ακόμη άσκηση: έμενε έγκλειστος τις πέντε ημέρες της εβδομάδας νηστεύοντας, αγρυπνώντας και προσευχόμενος. Εμφανιζόταν μό­νον το Σάββατο και την Κυριακή για να τελέσει τη θεία Λειτουρ­γία. Συνέχιζε έτσι να ανεβάζει τον νου του στη θεωρία και να έρχεται σε άμεση κοι­νωνία με τον Θεό μέσα στην καρδιά του.
Επέστρεψε στον Άθω και εγκαταστάθηκε στο κελλί του Αγίου Σάββα, λίγο πιο πάνω από τη Μεγίστη Λαύρα. Ο Γρηγόριος έφθασε στη θεοπτία μέσα στο φως του Αγίου Πνεύματος και στη θέωση. Σε όνειρο πληροφορήθηκε ότι είχε φθάσει ο καιρός να διδάξει στους αδελφούς του τα μυστήρια που του αποκάλυψε ο Θεός. Συνέταξε τότε μερικές ασκητικές πραγματείες και το 1335 ορίσθηκε ηγούμενος της Μονής Εσφιγμένου. Ο ζήλος του όμως και οι απαιτήσεις του δεν κατανοήθηκαν από τους διακόσιους μοναχούς που ζούσαν εκεί και έτσι μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στο ερημητήριό του.